Subsequently στα ελληνικά
Μετάφραση: subsequently, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταγενέστερα, κατόπιν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altercate στα ελληνικά - φιλονικώ
- battle-ground στα ελληνικά - μάχη, μάχης, αγώνα, τη μάχη, μάχη για
- cash-box στα ελληνικά - μετρητά, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
Τυχαίες λέξεις
Subsequently στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταγενέστερα, κατόπιν
Μεταφράσεις: μεταγενέστερα, κατόπιν