Wallet στα ελληνικά

Μετάφραση: wallet, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών
Wallet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • add-subtract στα ελληνικά - add-, πρόσθετο, το πρόσθετο, πρόσθετα, πρόσθετη
  • amputating στα ελληνικά - ακρωτηριασμό, ακρωτηριάσει, ακρωτηριαστική, ακρωτηριάζουμε
  • byword στα ελληνικά - παρατσούκλι, ρητό, συνώνυμο, συνώνυμο της, σημείο αναφοράς
Τυχαίες λέξεις
Wallet στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών