Përket στα ελληνικά

Μετάφραση: përket, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβληματισμός, ενδιαφέρον, ανησυχία, σεβασμός, αφορά, σχέση, σεβασμό, όσον αφορά
Përket στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • përjetshëm στα ελληνικά - ζωή, ζωής, τη ζωή, της ζωής, διάρκεια ζωής
  • përkas στα ελληνικά - ανήκω, ανήκουν, ανήκει, να ανήκουν, υπάγονται
  • përkrah στα ελληνικά - ενθαρρύνω, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
  • përkthyes στα ελληνικά - διερμηνέας, μεταφραστής, Online μεταφραστής, μεταφραστή, Translator, μεταφράστρια
Τυχαίες λέξεις
Përket στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβληματισμός, ενδιαφέρον, ανησυχία, σεβασμός, αφορά, σχέση, σεβασμό, όσον αφορά