Pushkë στα ελληνικά
Μετάφραση: pushkë, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
Μεταφράσεις
- purpurt στα ελληνικά - μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
- pushim στα ελληνικά - διακοπή, διάλλειμα, διακοπές, παύση, διακόπτω, σπάζω, σταματώ, ...
- pushoj στα ελληνικά - υπόλοιπος, ησυχασμός, ξεκουράζομαι, στοιβάζω, επισωρεύω, Stow, στοιβασία, ...
- pushtet στα ελληνικά - αυθεντία, δύναμη, κύρος, εξουσία, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Τυχαίες λέξεις
Pushkë στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
Μεταφράσεις: όπλο, πιστόλι, τουφέκι, καραμπίνα, τυφέκιο, το όπλο, όπλου