Πιστόλι στα αλβανικά

Μετάφραση: πιστόλι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pushkë, armë, armë të, arma, e armëve, me armë
Πιστόλι στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιστόλι

πιστόλι θερμόκολλας, πιστόλι θερμού αέρα, πιστόλι φωτοβολίδων, πιστόλι σιλικόνης, πιστόλι τιμών, πιστόλι λεξικό γλώσσας αλβανικά, πιστόλι στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • πιστοποιώ στα αλβανικά - vërtetoj, vërtetojë, të vërtetojë, të vërtetuar, certifikojë
  • πιστωτής στα αλβανικά - kreditor, kreditori, kreditorit, kreditori i, kreditori të
  • πιστόνι στα αλβανικά - piston, pistoni, me piston, pistoni i, pistonit
  • πιστός στα αλβανικά - besnik, besimtar, besimtari, besimtar i, besimtarë, besimtare
Τυχαίες λέξεις
Πιστόλι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: pushkë, armë, armë të, arma, e armëve, me armë