Shoqëror στα ελληνικά
Μετάφραση: shoqëror, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλικός, κοινωνικός, κοινωνικής, κοινωνική, κοινωνικών, κοινωνικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- shoqërim στα ελληνικά - συνοδεία, συνοδείας, συνοδευτικό, συμπλήρωμα, συνοδεύει
- shoqëroj στα ελληνικά - συνοδεύω, ακολουθώ, καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, ...
- shpat στα ελληνικά - κατηφορίζω, γέρνω, πλαγιά, κλίση, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
- shpatull στα ελληνικά - σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων
Τυχαίες λέξεις
Shoqëror στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλικός, κοινωνικός, κοινωνικής, κοινωνική, κοινωνικών, κοινωνικές
Μεταφράσεις: φιλικός, κοινωνικός, κοινωνικής, κοινωνική, κοινωνικών, κοινωνικές