Акции στα ελληνικά
Μετάφραση: акции, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόθεμα, παρακρατώ, στοκ, μετοχή, αποθέματος, αποθεμάτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акустика στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
- акциз στα ελληνικά - ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ειδικών φόρων κατανάλωσης, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ειδικού φόρου κατανάλωσης
- акционер στα ελληνικά - μέτοχος, μετόχου, μέτοχο, μετόχων, των μετόχων
- акър στα ελληνικά - στρέμμα, στρεμμάτων, εκτάριο, acre, στρέμματος
Τυχαίες λέξεις
Акции στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόθεμα, παρακρατώ, στοκ, μετοχή, αποθέματος, αποθεμάτων
Μεταφράσεις: απόθεμα, παρακρατώ, στοκ, μετοχή, αποθέματος, αποθεμάτων