Λέξη: άνεμος
Σχετικές λέξεις: άνεμος
άνεμος αντίστασης, άνεμος λευκά είδη, άνεμος αγάπης, άνεμος πετρούπολη, άνεμος κατασκευαστική α. ε, άνεμος αγάπης στίχοι, άνεμος εκδοτική, άνεμος α. ε, άνεμος ελπίδας, άνεμος ονειροκρίτης
Συνώνυμα: άνεμος
αέρας, ύφος, χαβάς, στροφή
Μεταφράσεις: άνεμος
άνεμος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wind, the wind, wind is, winds, of wind
άνεμος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
devanar, ovillar, pedo, enrollar, viento, aire, eólica, viento del, del viento, el viento
άνεμος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
furz, wittern, winden, aufspulen, aufwickeln, tratsch, wind, aufrollen, wicklung, Wind, Wind-
άνεμος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bobiner, souffle, dévider, enrouler, langer, air, pet, serpenter, détortiller, emmailloter, remonter, bobinage, haleine, vent, éolienne, le vent, éolien, du vent
άνεμος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vento, scoreggia, peto, del vento, wind, eolica, faito
άνεμος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reconquistar, enrolar, sopro, vento, eólica, do vento, de vento, o vento
άνεμος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
veest, wind, wikkelen, spoelen, scheet, oprollen, winden, strengelen, Fanfare, de wind, windenergie, wind-
άνεμος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
смотать, узнать, ветер, ликвидировать, дух, намек, накручивать, вздор, навертеть, закончить, отмотать, заключить, вертеть, змеиться, дыхание, петлять, ветра, ветровой, ветром
άνεμος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fis, vind, blåst, vinden, vind-, vindkraft
άνεμος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
linda, vira, vind, vinden, vindkraft
άνεμος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehiä, pieru, tuivertaa, kietoa, tuuli, tuiverrus, vihi, veivata, tuulen, Wind, tuuli-, tuulta
άνεμος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vind, vinden, wind, vind-, vindenergi
άνεμος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
navinout, natáhnout, odvinout, ovinout, odmotat, dech, namotat, vítr, svinout, vzduch, větru, větrné, větrná, větrných
άνεμος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dech, nawijać, oplatać, wicher, zwietrzyć, dmuch, wiatr, nakręcać, obwijać, namotać, nakręcić, wiatru, wiatrowej, wiatrowych, wiatrowa
άνεμος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szél, a szél, szélenergia, szél-, szélben
άνεμος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sarmak, osuruk, yel, rüzgar, rüzgâr, wind, rüzgarın
άνεμος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
здригання, вітер
άνεμος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
erë, era, gjarpëron, erës, së erës, e erës
άνεμος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вятър, вятъра, вятърна, вятърната, на вятъра
άνεμος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вецер, Лісце, Лісце і, Дым, Месяц
άνεμος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tuul, tuule, tuuleenergia, tuule-, tuult
άνεμος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vjetar, vjetrom, motati, navijati, vjetra
άνεμος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vindur, liðast, vindurinn, vindi, vindinn, vind
άνεμος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ventus
άνεμος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vėjas, vėjo, wind, v, v ÷
άνεμος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vējš, vēja, Wind, vēju, vēja ātrums
άνεμος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ветрот, ветерници, ветер, ветерот, на ветерот
άνεμος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vânt, eoliene, vântului, eoliană, vant
άνεμος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
veter, wind, vetra, vetrna, vetrne
άνεμος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vietor, vetra
Στατιστικά δημοτικότητας: άνεμος
Τυχαίες λέξεις