Аромат στα ελληνικά
Μετάφραση: аромат, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άρωμα, ευωδιά, αρώματος, το άρωμα, άρωμά, αρώματα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арогантна στα ελληνικά - αλαζονικός, υπερόπτης, υπεροπτικός, αλαζόνας, αλαζονική, αλαζονικό, αλαζόνες
- арогантно στα ελληνικά - αλαζόνας, υπεροπτικός, υπερόπτης, αλαζονικός, αλαζονικά, αλαζονεία, υπεροπτικά, ...
- арсен στα ελληνικά - όπως, σαν, αρσενικό, αρσενικού, το αρσενικό, του αρσενικού, συγκεντρώσεων αρσενικού
- арсенал στα ελληνικά - οπλοστάσιο, Άρσεναλ, οπλοστάσιό, οπλοστασίου, το οπλοστάσιο
Τυχαίες λέξεις
Аромат στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άρωμα, ευωδιά, αρώματος, το άρωμα, άρωμά, αρώματα
Μεταφράσεις: άρωμα, ευωδιά, αρώματος, το άρωμα, άρωμά, αρώματα