Бедствие στα ελληνικά
Μετάφραση: бедствие, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστροφή, όλεθρος, πανωλεθρία, συμφορά, πανώλης, καταστροφής, καταστροφών, καταστροφές, των καταστροφών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бедност στα ελληνικά - πενία, φτώχεια, ένδεια, μιζέρια, φτώχειας, της φτώχειας, τη φτώχεια, ...
- бедро στα ελληνικά - γοφός, μηρός, ισχίο, ισχίου, hip, του ισχίου, ισχίων
- бежанец στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
- безвкусния στα ελληνικά - άκομψος, άγευστος, άγευστη, άγευστο, tasteless, άγευστα
Τυχαίες λέξεις
Бедствие στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστροφή, όλεθρος, πανωλεθρία, συμφορά, πανώλης, καταστροφής, καταστροφών, καταστροφές, των καταστροφών
Μεταφράσεις: καταστροφή, όλεθρος, πανωλεθρία, συμφορά, πανώλης, καταστροφής, καταστροφών, καταστροφές, των καταστροφών