Блок στα ελληνικά

Μετάφραση: блок, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνασπισμός, τροχαλία, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Блок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • близко στα ελληνικά - κοντά, κοντά σε, κοντά στο, εγγύς, πλησίον
  • близнял στα ελληνικά - σφαίρα, γυμνοσάλιαγκας, bliznyal
  • блокада στα ελληνικά - αποκλεισμός, αποκλεισμό, αποκλεισμού, τον αποκλεισμό, παρεμπόδιση
  • блокировка στα ελληνικά - αλληλοσυνδέονται, interlock, κλειδώματος, αλληλασφάλισης, αλληλοκλειδωνόμενων
Τυχαίες λέξεις
Блок στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνασπισμός, τροχαλία, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες