Експерт στα ελληνικά
Μετάφραση: експерт, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτιμητής, εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- експедиция στα ελληνικά - εκστρατεία, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition
- експеримент στα ελληνικά - πειραματίζομαι, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
- експлоатация στα ελληνικά - ανάπτυξη, εξέλιξη, εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης
- експлозив στα ελληνικά - εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
Τυχαίες λέξεις
Експерт στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτιμητής, εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων
Μεταφράσεις: εκτιμητής, εμπειρογνώμονας, ειδικός, εμπειρογνωμόνων, εμπειρογνώμονα, των εμπειρογνωμόνων