Εκτιμητής στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκτιμητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
експерт, оценител, изчислителното, оценител на, оценителя на, Оценителя
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτιμητής
εκτιμητής εικόνων, εκτιμητής γραμματοσήμων, εκτιμητής τράπεζας, εκτιμητής διαμαντιών, εκτιμητής έργων τέχνης, εκτιμητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκτιμητής στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκτεταμένα στα βουλγαρικά - обширно, широко, екстензивно, подробно, голяма степен
- εκτεταμένος στα βουλγαρικά - обширен, екстензивен, обширна, богат, обширната
- εκτιμώ στα βουλγαρικά - ценност, калибър, ценя, оценявам, оценят, ценят, оцените
- εκτινάσσομαι στα βουλγαρικά - весна, отказвам се от, изхвърлим, изхвърли, се впръсква, впръсква
Τυχαίες λέξεις
Εκτιμητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: експерт, оценител, изчислителното, оценител на, оценителя на, Оценителя
Μεταφράσεις: експерт, оценител, изчислителното, оценител на, оценителя на, Оценителя