Еретик στα ελληνικά
Μετάφραση: еретик, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιρετικός, αιρετικό, αιρετική, αιρετικού, αιρετικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- еполет στα ελληνικά - επωμίδα, επωμίς
- ерекция στα ελληνικά - ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
- еринии στα ελληνικά - οργή, μανία, λύσσα, Erin, Έριν, η Erin, την Erin, ...
- ерозия στα ελληνικά - διάβρωση, διάβρωσης, τη διάβρωση, της διάβρωσης, διάβρωση του
Τυχαίες λέξεις
Еретик στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιρετικός, αιρετικό, αιρετική, αιρετικού, αιρετικές
Μεταφράσεις: αιρετικός, αιρετικό, αιρετική, αιρετικού, αιρετικές