Застраховка στα ελληνικά
Μετάφραση: застраховка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασφάλιση, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- засмоляване στα ελληνικά - σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
- застава στα ελληνικά - περίπτερα, κερκίδες, πόδι, περιπτέρων, συστάδες
- застрелвания στα ελληνικά - βλαστός, πυροβολήσει, πυροβολούν, σουτ, πυροβολήσουν
- засуха στα ελληνικά - ξηρασία, ξηρασίας, της ξηρασίας, την ξηρασία, η ξηρασία
Τυχαίες λέξεις
Застраховка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασφάλιση, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών
Μεταφράσεις: ασφάλιση, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών