Инертност στα ελληνικά

Μετάφραση: инертност, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, αδράνειά
Инертност στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • индикатор στα ελληνικά - πίνακας, φλας, δείκτης, δείκτη, ένδειξη, ενδεικτική, δεικτών
  • индустриализация στα ελληνικά - εκβιομηχάνιση, βιομηχανοποίηση, εκβιομηχάνισης, βιομηχανοποίησης, την εκβιομηχάνιση
  • инженер στα ελληνικά - μηχανεύομαι, μηχανικός, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
  • инженерство στα ελληνικά - τεχνολογία, μηχανική, Μηχανικών, μηχανικής, μηχανικού, Engineering
Τυχαίες λέξεις
Инертност στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, αδράνειά