Катерене στα ελληνικά
Μετάφραση: катерене, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεβαίνω, ορειβασία, σκαρφαλώνω, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
Μεταφράσεις
- категория στα ελληνικά - κατηγορία, κατηγορίας, την κατηγορία, της κατηγορίας, κατηγορίες
- катедрала στα ελληνικά - καθεδρικός ναός, καθεδρικός, καθεδρικό ναό, καθεδρικού ναού, τον καθεδρικό ναό
- катран στα ελληνικά - κατράμι, ναύτης, πίσσα, κλυδωνίζομαι, πίσσας, σε πίσσα, tar, ...
- каубой στα ελληνικά - καουμπόη, cowboy, καουμπόι, κάουμποϋ, καουμπόικες
Τυχαίες λέξεις
Катерене στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, ορειβασία, σκαρφαλώνω, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
Μεταφράσεις: ανεβαίνω, ορειβασία, σκαρφαλώνω, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που