Константа στα ελληνικά
Μετάφραση: константа, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεχής, αδιάκοπος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- консорциум στα ελληνικά - πισίνα, λιμνούλα, κονσόρτσιουμ, κοινοπραξία, κοινοπραξίας, consortium, της κοινοπραξίας
- конспект στα ελληνικά - επιτομή, περίληψη, σύνοψη, συνοπτική, συνοπτικά, περίληψης
- конституционния στα ελληνικά - συνταγματικός, συνταγματικές, συνταγματική, συνταγματικής, συνταγματικό
- конституция στα ελληνικά - σύνταγμα, Συντάγματος, σύσταση, συγκρότηση, Συντάγματος της
Τυχαίες λέξεις
Константа στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεχής, αδιάκοπος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά
Μεταφράσεις: συνεχής, αδιάκοπος, σταθερός, διαρκής, σταθερή, σταθερά