Лес στα ελληνικά

Μετάφραση: лес, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάσος, δασών, δασικών, των δασών, δάσους
Лес στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • леопард στα ελληνικά - λεοπάρδαλη, leopard, λεοπάρδαλης, λεοπάρ
  • лепило στα ελληνικά - κόλλα, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
  • леса στα ελληνικά - σκαλωσιά, κρεμάλα, ικρίωμα, εμπόδιο, το εμπόδιο, hurdle, εμπόδιο για, ...
  • лесбийка στα ελληνικά - λεσβία, Λεσβίες, ομοφυλοφίλους, Lesbian, Λεσβιών
Τυχαίες λέξεις
Лес στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάσος, δασών, δασικών, των δασών, δάσους