Лошава στα ελληνικά

Μετάφραση: лошава, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άλογο, loshava
Лошава στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • лоцман στα ελληνικά - πιλότος, πιλοτάρω, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
  • лош στα ελληνικά - κακός, σατανικός, κακή, κακό, κακές, άσχημα
  • луга στα ελληνικά - αλυσίβα, αλισίβας, αλισίβα, αλυσίβας, καυστικό νάτριο
  • лудница στα ελληνικά - φρενοκομείο, τρελάδικο, τρελοκομείο, φρενοκομείου, madhouse
Τυχαίες λέξεις
Лошава στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άλογο, loshava