Άλογο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: άλογο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кавалерия, кон, лошава, коня, конна, чума, чума по
Άλογο στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άλογο

άλογο εικόνα, άλογο βικιπαίδεια, άλογο αναπαραγωγή, άλογο κινέζικο ωροσκόπιο, άλογο όνειρο, άλογο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άλογο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • άλλοτε στα βουλγαρικά - прежда, веднъж, след, след като, някога, един път
  • άλλωστε στα βουλγαρικά - освен това, Освен, наред, освен че
  • άλσος στα βουλγαρικά - рока, горичка, Grove, Гроув, Грове
  • άμαξα στα βουλγαρικά - репетитор, автобус, рама, превоз, превоза, превози, карета
Τυχαίες λέξεις
Άλογο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кавалерия, кон, лошава, коня, конна, чума, чума по