Мачта στα ελληνικά
Μετάφραση: мачта, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- махало στα ελληνικά - εκκρεμές, εκκρεμούς, του εκκρεμούς, το εκκρεμές
- мача στα ελληνικά - αγώνας, ματς, αγώνα, παιχνίδι, αντιστοιχία
- машина στα ελληνικά - μηχάνημα, κούρσα, μηχανή, μηχανής, μηχανήματος, πλυντήριο
- машини στα ελληνικά - μηχανήματα, μηχανημάτων, μηχανές, μηχανών, μηχανήματος
Τυχαίες λέξεις
Мачта στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης
Μεταφράσεις: κατάρτι, ιστός, ιστό, σκελετού ανύψωσης, σκελετó ανύψωσης