Обидчив στα ελληνικά
Μετάφραση: обидчив, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβάτης, ένοχος, θυμώδης, techy
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- обзор στα ελληνικά - κριτική, ανασκόπηση, μελέτη, αναθεωρώ, έρευνα, ανασκοπώ, θέα, ...
- обида στα ελληνικά - παράπονο, προσβολή, προσβολής, την προσβολή, προσβάλλουν, ύβρη
- обикновен στα ελληνικά - κοινός, συνηθισμένος, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνήθους
- обиколка στα ελληνικά - περιοδεία, περιήγηση, ξενάγηση, περιοδειών, περιοδείας
Τυχαίες λέξεις
Обидчив στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβάτης, ένοχος, θυμώδης, techy
Μεταφράσεις: παραβάτης, ένοχος, θυμώδης, techy