Пасище στα ελληνικά
Μετάφραση: пасище, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοσκότοπος, λειμώνες, χορτολιβαδικές εκτάσεις, βοσκοτόπων, λιβάδια, λειμώνων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- пасбище στα ελληνικά - βοσκότοπος, βοσκή, βοσκοτόπι, βοσκοτόπων, βοσκότοπους, βοσκότοπο
- пасивност στα ελληνικά - παθητικότητα, παθητικότητας, την παθητικότητα, αδράνεια, παθητική στάση
- паста στα ελληνικά - κόλλα, πάστα, πάστας, Επικόλληση, πολτό
- пастор στα ελληνικά - ιερέας, υπουργός, εφημέριος, πάστορας, Pastor, πάστορα, ποιμένας, ...
Τυχαίες λέξεις
Пасище στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοσκότοπος, λειμώνες, χορτολιβαδικές εκτάσεις, βοσκοτόπων, λιβάδια, λειμώνων
Μεταφράσεις: βοσκότοπος, λειμώνες, χορτολιβαδικές εκτάσεις, βοσκοτόπων, λιβάδια, λειμώνων