Професор στα ελληνικά
Μετάφραση: професор, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθηγητής, καθηγητή, καθηγήτρια, Ο καθηγητής, τον καθηγητή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- профанация στα ελληνικά - βεβήλωση, βεβήλωσης, βεβήλωση αυτών
- професия στα ελληνικά - επάγγελμα, επαγγέλματος, επάγγελμά, επαγγελματική, το επάγγελμα
- прохлада στα ελληνικά - ψυχρότητα, δροσιά, δροσιάς, ψυχραιμία, δροσιά που
- прохладния στα ελληνικά - δροσερός, δροσερό, δροσερά, δροσερή, ψυχρό
Τυχαίες λέξεις
Професор στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθηγητής, καθηγητή, καθηγήτρια, Ο καθηγητής, τον καθηγητή
Μεταφράσεις: καθηγητής, καθηγητή, καθηγήτρια, Ο καθηγητής, τον καθηγητή