Пуйка στα ελληνικά

Μετάφραση: пуйка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάνος, γαλοπούλα, τουρκία, Τουρκία, γαλοπούλας, την Τουρκία, της Τουρκίας
Пуйка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • публика στα ελληνικά - ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
  • пудинг στα ελληνικά - πουτίγκα, πουτίγκας, την πουτίγκα, η πουτίγκα, χυλόπιτα
  • пуловер στα ελληνικά - ζακέτα, πουλόβερ, μακρύ πουλόβερ
  • пуля στα ελληνικά - σφαίρα, Blink, Αναβοσβήνει, Αναλαμπή, ανοιγοκλείνετε τα μάτια σας, ανοιγοκλείνετε τα μάτια
Τυχαίες λέξεις
Пуйка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάνος, γαλοπούλα, τουρκία, Τουρκία, γαλοπούλας, την Τουρκία, της Τουρκίας