Склонение στα ελληνικά
Μετάφραση: склонение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφυγή, κλίση, κλίσης, κλιτική, Τα παρεπόμενα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- складовата στα ελληνικά - φυλάω, αποθήκη, αποθήκης, αποθήκες, αποθηκών, την αποθήκη
- склещвания στα ελληνικά - skleshtvaniya
- склонния στα ελληνικά - πρηνής, πρόθυμος, ένας πρόθυμος, πρόθυμο, μια πρόθυμη
- скоба στα ελληνικά - υποστήριγμα, αγκύλη, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Τυχαίες λέξεις
Склонение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφυγή, κλίση, κλίσης, κλιτική, Τα παρεπόμενα
Μεταφράσεις: αποφυγή, κλίση, κλίσης, κλιτική, Τα παρεπόμενα