Суверенитет στα ελληνικά

Μετάφραση: суверенитет, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, εθνική κυριαρχία
Суверенитет στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • субтропическия στα ελληνικά - υποτροπικά, υποτροπικές, υποτροπικό, υποτροπικών, υποτροπική
  • сувенир στα ελληνικά - ενθύμιο, αναμνηστικό, σουβενίρ, με σουβενίρ, αναμνηστικά
  • суверенно στα ελληνικά - τέλεια, κυρίαρχος, ηγεμόνας, κυρίαρχο, κυρίαρχα, κυρίαρχων
  • суеверие στα ελληνικά - πρόληψη, δεισιδαιμονία, δεισιδαιμονίας, προλήψεις, δεισιδαιμονίες
Τυχαίες λέξεις
Суверенитет στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, εθνική κυριαρχία