Трудности στα ελληνικά
Μετάφραση: трудности, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίες, δυσχέρειες, δυσκολιών, τις δυσκολίες, δυσκολίες που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- труд στα ελληνικά - εργασία, μόχθος, εργάζομαι, κοπιάζω, κόπος, εργασίας, εργατικού δυναμικού, ...
- трудили στα ελληνικά - βράκα, εργάστηκε, εργάστηκαν, εργαστεί, δούλεψε, λειτούργησε
- трудолюбие στα ελληνικά - βιομηχανία, βιομηχανίας, κλάδου, κλάδου παραγωγής, κλάδο
- труп στα ελληνικά - πτώμα, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού
Τυχαίες λέξεις
Трудности στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίες, δυσχέρειες, δυσκολιών, τις δυσκολίες, δυσκολίες που
Μεταφράσεις: δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίες, δυσχέρειες, δυσκολιών, τις δυσκολίες, δυσκολίες που