Чук στα ελληνικά
Μετάφραση: чук, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφυροκοπώ, σφυρί, σφύρα, σφύρας, σφυριού, το σφυρί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- чудо στα ελληνικά - θαύμα, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, θαυματουργό
- чуждици στα ελληνικά - δάνειο, δανεισμός, ξένες λέξεις, ξένων λέξεων, οι ξένες λέξεις, οι ξένες λέξεις και, ξένες λέξεις και
- чумосан στα ελληνικά - βαλίτσα, chumosan
- чучулига στα ελληνικά - κορυδαλλός, Lark, Κορυδαλος, κορυδαλός, αφροντισία
Τυχαίες λέξεις
Чук στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφυροκοπώ, σφυρί, σφύρα, σφύρας, σφυριού, το σφυρί
Μεταφράσεις: σφυροκοπώ, σφυρί, σφύρα, σφύρας, σφυριού, το σφυρί