Écartement στα ελληνικά
Μετάφραση: écartement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάστημα, απόσταση, κενό, μετακομίζω, χάσμα, μετάθεση, χώρος, εξάλειψη, αφαίρεση, διάδοση, εξάπλωση, διασπορά, εξάπλωσης, διάδοσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- barbifier στα ελληνικά - ξυρίζομαι
- bout στα ελληνικά - μεταίχμιο, κορυφώνω, μήκος, κορόνα, περιορίζω, κατάληξη, οικόσημο, ...
- chamanisme στα ελληνικά - Σαμανισμός, Σαμανισμό, Shamanism, Σαμανισμού, με Σαμανισμός
- compromis στα ελληνικά - κατάλυμα, ομόνοια, συμφωνία, στέγαση, συμβιβασμός, αρμονία, διακυβεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Écartement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάστημα, απόσταση, κενό, μετακομίζω, χάσμα, μετάθεση, χώρος, εξάλειψη, αφαίρεση, διάδοση, εξάπλωση, διασπορά, εξάπλωσης, διάδοσης
Μεταφράσεις: διάστημα, απόσταση, κενό, μετακομίζω, χάσμα, μετάθεση, χώρος, εξάλειψη, αφαίρεση, διάδοση, εξάπλωση, διασπορά, εξάπλωσης, διάδοσης