Économique στα ελληνικά
Μετάφραση: économique, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονομικός, οικονομική, φειδωλός, αγρόκτημα, οικονομολογία, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appentis στα ελληνικά - μαρκίζα, παράγκα, αποβάλλω, καλύβα, υπόστεγο, ρίξει, να ρίξει, ...
- clément στα ελληνικά - άτολμος, πειθήνιος, ήπιος, λάσκος, καλόβουλος, χαλαρός, συνετός, ...
- coagulées στα ελληνικά - έπηξε, θρομβώθηκε, θρομβώνονται, θρομβώθηκαν, θρομβώνεται
Τυχαίες λέξεις
Économique στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονομικός, οικονομική, φειδωλός, αγρόκτημα, οικονομολογία, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
Μεταφράσεις: οικονομικός, οικονομική, φειδωλός, αγρόκτημα, οικονομολογία, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές