Accompagner στα ελληνικά

Μετάφραση: accompagner, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισυνάπτω, συνδέω, ακολουθώ, συνοδεύω, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
Accompagner στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accompagnement στα ελληνικά - συνοδεύω, συνοδεία, καβαλιέρος, ακολουθία, συμπαράσταση, συνοδευτικά, συνοδευτικό, ...
  • accompagnent στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
  • accompagnez στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
  • accompagnons στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
Τυχαίες λέξεις
Accompagner στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισυνάπτω, συνδέω, ακολουθώ, συνοδεύω, παρακολουθώ, παραβρίσκομαι, καβαλιέρος, ακολουθία, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν