Activité στα ελληνικά

Μετάφραση: activité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοσοληψία, κίνημα, διάβημα, επενέργεια, αγωγή, λειτουργία, εγχείρηση, δράση, κυκλοφορία, κίνηση, επιχείρηση, δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δραστηριοτήτων
Activité στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • activisme στα ελληνικά - ακτιβισμός, ακτιβισμό, ακτιβισμού, τον ακτιβισμό, ο ακτιβισμός
  • activiste στα ελληνικά - ακτιβιστής, ακτιβιστή, ακτιβίστρια, ακτιβιστών, ενεργό
  • activités στα ελληνικά - δραστηριότητες, δραστηριοτήτων, δραστηριότητες που, τις δραστηριότητες, δραστηριότητές
  • activons στα ελληνικά - ενεργοποιώ, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιούν, ενεργοποιήσει, ενεργοποιήσεις το, να ενεργοποιήσεις
Τυχαίες λέξεις
Activité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοσοληψία, κίνημα, διάβημα, επενέργεια, αγωγή, λειτουργία, εγχείρηση, δράση, κυκλοφορία, κίνηση, επιχείρηση, δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δραστηριοτήτων