Adjoint στα ελληνικά
Μετάφραση: adjoint, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικουρικός, συμπλήρωμα, παραγγελιοδόχος, θυγατρική, επικουρία, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, βοηθητικός, βοήθεια, αναπληρωματικός, βοήθημα, υποβοηθητικός, υπολοχαγός, βοηθώ, βοηθός, αναπληρωτής, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjoindre στα ελληνικά - ενσωματώνω, συσχετίζω, συνενώνω, προσθέτω, επισυνάπτω, προσχωρώ, συνέταιρος, ...
- adjoins στα ελληνικά - συνενώνω, ενοποιώ, ενώνεται, εφάπτεται, εφάπτεται του, ενώνεται με, ενώνεται με την
- adjointe στα ελληνικά - βοηθός, Επίκουρος, Assistant, Βοηθ, Βοηθό
- adjointes στα ελληνικά - Βοηθοί, Βοηθών, Βοηθούς, τους βοηθούς, Οι βοηθοί
Τυχαίες λέξεις
Adjoint στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικουρικός, συμπλήρωμα, παραγγελιοδόχος, θυγατρική, επικουρία, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, βοηθητικός, βοήθεια, αναπληρωματικός, βοήθημα, υποβοηθητικός, υπολοχαγός, βοηθώ, βοηθός, αναπληρωτής, βοηθό, βοηθού, βοηθοί
Μεταφράσεις: επικουρικός, συμπλήρωμα, παραγγελιοδόχος, θυγατρική, επικουρία, υποκαθιστώ, αναπληρώνω, βοηθητικός, βοήθεια, αναπληρωματικός, βοήθημα, υποβοηθητικός, υπολοχαγός, βοηθώ, βοηθός, αναπληρωτής, βοηθό, βοηθού, βοηθοί