Adjuvant στα ελληνικά

Μετάφραση: adjuvant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοηθητικός, ανοσοενισχυτικό, επικουρικό, έκδοχο, επικουρική, επίκουρο
Adjuvant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adjurés στα ελληνικά - ορκίσει
  • admet στα ελληνικά - παραδέχεται, δέχεται, αναγνωρίζει, παραδέχεται ότι, ομολογεί
  • admets στα ελληνικά - εισάγω, παραδέχομαι, Σύμφωνοι, Χορήγησε, Χορηγούνται, που χορηγούνται, Χορηγηθείσες
Τυχαίες λέξεις
Adjuvant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοηθητικός, ανοσοενισχυτικό, επικουρικό, έκδοχο, επικουρική, επίκουρο