Admissible στα ελληνικά
Μετάφραση: admissible, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτρεπτός, κατάλληλος, αποδεκτός, εκλέξιμος, δεκτός, άξιος, εκλόγιμος, επιλέξιμες, επιλέξιμων, επιλέξιμα, επιλέξιμη, επιλέξιμο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- admise στα ελληνικά - Αποδεκτές, Δεκτές, αποδεκτή, Αποδεκτό, τις αποδεκτές
- admissibilité στα ελληνικά - επιλεξιμότητας, επιλεξιμότητα, την επιλεξιμότητα, καταλληλότητας, επιλεξιμότητας που
- admission στα ελληνικά - παραδοχή, ρεσεψιόν, σηκός, λήψη, υποδοχή, ομολογία, είσοδος, ...
- admissions στα ελληνικά - ομολογίες, εισαγωγών, παραδοχές, εισαγωγές, των εισαγωγών
Τυχαίες λέξεις
Admissible στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτρεπτός, κατάλληλος, αποδεκτός, εκλέξιμος, δεκτός, άξιος, εκλόγιμος, επιλέξιμες, επιλέξιμων, επιλέξιμα, επιλέξιμη, επιλέξιμο
Μεταφράσεις: επιτρεπτός, κατάλληλος, αποδεκτός, εκλέξιμος, δεκτός, άξιος, εκλόγιμος, επιλέξιμες, επιλέξιμων, επιλέξιμα, επιλέξιμη, επιλέξιμο