Affermage στα ελληνικά

Μετάφραση: affermage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοίκι, ενοίκιο, ενοικιάζω, μίσθωμα, μίσθωση, κολιγιά, εκμίσθωση, ενοικίαση, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως
Affermage στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affectés στα ελληνικά - επιτηδευμένος, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
  • afferma στα ελληνικά - μισθωμένο, μισθωμένων, μισθωμένα, μισθωμένες, μισθωμένου
  • affermant στα ελληνικά - γεωργία, γεωργίας, τη γεωργία, εκτροφής, εκτροφή
Τυχαίες λέξεις
Affermage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοίκι, ενοίκιο, ενοικιάζω, μίσθωμα, μίσθωση, κολιγιά, εκμίσθωση, ενοικίαση, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως