Affermissez στα ελληνικά
Μετάφραση: affermissez, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδυναμώνω, καρδαμώνω, ενισχύω, εμπεδώνω, stablish, στηρίξη
Μεταφράσεις
- affermissement στα ελληνικά - επίπονος, έντονος, ενοποίηση, ενοποίησης, εξυγίανσης, εξυγίανση, εδραίωση
- affermissent στα ελληνικά - καρδαμώνω, εμπεδώνω, ενισχύω, ενδυναμώνω
- affermissons στα ελληνικά - ενδυναμώνω, ενισχύω, καρδαμώνω, εμπεδώνω
- affermit στα ελληνικά - ενισχυθεί, ενισχύθηκε, ενισχυθούν, ενισχύεται, ενισχυμένη
Τυχαίες λέξεις
Affermissez στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδυναμώνω, καρδαμώνω, ενισχύω, εμπεδώνω, stablish, στηρίξη
Μεταφράσεις: ενδυναμώνω, καρδαμώνω, ενισχύω, εμπεδώνω, stablish, στηρίξη