Allumage στα ελληνικά

Μετάφραση: allumage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, φωτισμός, ανάφλεξη, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Allumage στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alloués στα ελληνικά - κατανεμηθεί, διατεθεί, διατίθενται, κατανέμονται, κατανέμεται
  • alluma στα ελληνικά - αναμμένος, αναμμένα, φωτισμένο, αναμμένο, φωτιζόμενο
  • allumai στα ελληνικά - Lit, ιταλικών λιρών, ιταλικές λίρες, λίρες Ιταλίας
  • allumant στα ελληνικά - φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού
Τυχαίες λέξεις
Allumage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, φωτισμός, ανάφλεξη, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης