Πυροδότηση στα γαλλικά

Μετάφραση: πυροδότηση, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
allumage, ignition, inflammation, tir, cuisson, feu, tirs, mise à feu
Πυροδότηση στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυροδότηση

πυροδότηση συνώνυμο, πυροδότηση λεξικό γλώσσας γαλλικά, πυροδότηση στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • πυροβολώ στα γαλλικά - pousse, flamme, brûler, larguer, tiré, foyer, coup, ...
  • πυροβόλησα στα γαλλικά - tirées, balle, tiré, tireur, tirés, injection, estimation, ...
  • πυροσβέστης στα γαλλικά - chauffeur, sapeur-pompier, pompier, pompiers, sapeur pompier, de pompier
  • πυρόξανθος στα γαλλικά - marron, châtain, auburn, châtains, roux, acajou
Τυχαίες λέξεις
Πυροδότηση στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: allumage, ignition, inflammation, tir, cuisson, feu, tirs, mise à feu