Aloi στα ελληνικά

Μετάφραση: aloi, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευγενικός, είδος, ποιότητα, καλός, ΑΙοί, Aloi, του Aloi
Aloi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allés στα ελληνικά - πήγε, πήγαν, πέρασε, πήγα, βγήκε
  • almanach στα ελληνικά - ετήσιος, ημερολόγιο, καζαμίας, εορτολόγιο, αλμανάκ, almanac, μηνολόγιον
  • alors στα ελληνικά - μετά, πηγάδι, αναβλύζω, τότε, τόσο, καλά, έτσι, ...
  • alouette στα ελληνικά - κορυδαλλός, Lark, Κορυδαλος, κορυδαλός, αφροντισία
Τυχαίες λέξεις
Aloi στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευγενικός, είδος, ποιότητα, καλός, ΑΙοί, Aloi, του Aloi