Λέξη: προϊστορικός

Σχετικές λέξεις: προϊστορικός

προϊστορικός οικισμός ανάργυροι χι, προϊστορικός οικισμός θερμής, προϊστορικός λιμναίος οικισμός, προϊστορικός οικισμός θερμής λέσβου, προϊστορικός νανισμός, προϊστορικός οικισμός ακρωτηρίου θήρας, προϊστορικός οικισμός δισπηλιού, προϊστορικός άνθρωπος, προϊστορικός οικισμός διμηνίου

Μεταφράσεις: προϊστορικός

προϊστορικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
prehistoric, primordial, prehistorical, prohistoric, prohistorical, a prehistoric

προϊστορικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
prehistórico, prehistórica, prehistóricos, prehistoria, la prehistoria

προϊστορικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
urgeschichtlich, ursprünglich, prähistorisch, prähistorischen, prähistorische, prähistorischer, vorgeschichtlichen

προϊστορικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
élémentaire, originaire, primitif, primaire, constitutif, rudimentaire, préhistorique, fondamental, primordial, originel, essentiel, préhistoriques, préhistoire, la préhistoire

προϊστορικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
preistorico, preistorica, preistorici, preistoria, prehistoric

προϊστορικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pré-histórico, pré histórico, pré

προϊστορικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
prehistorisch, prehistorische, voorhistorisch, voorhistorische, prehistorie

προϊστορικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
извечный, доисторический, первозданный, изначальный, исконный, первобытный, доисторического, доисторических, доисторические, доисторическое

προϊστορικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forhistorisk, forhistoriske, det forhistoriske, Prehistoric, prehistoriske

προϊστορικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förhistorisk, förhistoriska, förhistoriskt, prehistoric, forn

προϊστορικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
esihistoriallinen, esihistoriallisia, esihistorialliset, esihistoriallisen, esihistoriallisista

προϊστορικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forhistorisk, forhistoriske, Prehistoric, Det Forhistoriske, oldtidsmindet

προϊστορικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
primární, základní, primitivní, prehistorický, prvotní, pravěký, prehistorické, pravěké, prehistorická

προϊστορικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przedhistoryczny, prymitywny, pierwotny, prehistoryczny, podstawowy, prehistorycznych, prehistoryczne, prehistorycznego, prehistoric

προϊστορικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
őskori, előtti, történelem előtti, prehisztorikus, őstörténeti

προϊστορικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
prehistorik, tarih öncesi, tarihöncesi, prehistoric

προϊστορικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розуміння, первородство, захоплювання, схоплювання, доісторичний, доісторична, доісторичного

προϊστορικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
prehistorik, parahistorik, parahistorike, prehistorike, kalatë prehistorike

προϊστορικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
праисторически, праисторическо, праисторическата, праисторическа, праисторическия

προϊστορικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дагістарычны

προϊστορικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ennemuistne, eelajalooline, eelajaloolised, eelajaloolise, muinasaja, eelajaloolistest

προϊστορικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prethistorijsko, praiskonski, iskonske, prethistorijski, pretpovijesni, prapovijesna, prapovijesno, prapovijesnih, pretpovijesno

προϊστορικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
forsögulegum

προϊστορικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priešistorinis, priešistorinių, Prehistoryczne, priešistorinė, priešistorinio

προϊστορικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizvēsturisks, aizvēsturiska, aizvēsturiskajiem, aizvēsturiskos, aizvēsturiskā

προϊστορικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
праисториски, праисториските, праисториска, предисториските, праисториската

προϊστορικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
preistoric, preistorice, preistorică, preistorica, preistorie

προϊστορικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prvotní, prazgodovinsko, prazgodovinska, prazgodovinske, prazgodovinski, prehistoric

προϊστορικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prvotní, prehistorický
Τυχαίες λέξεις