Amaigrissement στα ελληνικά

Μετάφραση: amaigrissement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιγνάδα, ισχνότητα, ίσχνευση, ισχνότης, ισχνότητα-, emaciation
Amaigrissement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amaigris στα ελληνικά - αδυνατίζω, αδυνατισμένος, ισχνός, απισχνασμένα, αδυνατισμένα, κάτισχνη
  • amaigrissant στα ελληνικά - απώλεια, απώλειας, ζημία, την απώλεια, ζημίας
  • amaigrissent στα ελληνικά - αδυνατίζω
  • amaigrissez στα ελληνικά - αδυνατίζω
Τυχαίες λέξεις
Amaigrissement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιγνάδα, ισχνότητα, ίσχνευση, ισχνότης, ισχνότητα-, emaciation