Anthropoïde στα ελληνικά

Μετάφραση: anthropoïde, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθρωποειδής, πίθηκος, ανθρωποειδείς, ανθρωποειδών, ανθρωποειδή, ανθρωποειδές
Anthropoïde στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anthropophage στα ελληνικά - καννίβαλος, ανθρωποφάγος, Cannibal, κανίβαλος, κανιβάλων
  • anthropophagie στα ελληνικά - καννιβαλισμός, κανιβαλισμός, κανιβαλισμού, κανιβαλισμό, ο κανιβαλισμός
  • anthère στα ελληνικά - ανθήρας, ανθήρ, ανθήρα, για ανθήρα, ανθηρο
  • anti-atomique στα ελληνικά - νέφος, επίπτωση, ραδιενεργό τέφρα, ραδιενεργός επίπτωση, εναπόθεση
Τυχαίες λέξεις
Anthropoïde στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθρωποειδής, πίθηκος, ανθρωποειδείς, ανθρωποειδών, ανθρωποειδή, ανθρωποειδές