Appui στα ελληνικά

Μετάφραση: appui, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατρονάρισμα, επιδοκιμασία, συντήρηση, βοήθημα, ενισχύω, όπλο, ενθάρρυνση, ανάγλυφος, χέρι, οπισθογράφηση, ανακούφιση, αρωγή, πατερίτσα, ξεκουράζομαι, στυλοβάτης, προστασία, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Appui στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apprêtés στα ελληνικά - Έτοιμα, Παρασκευασμένα, Παρασκευάζεται, Ετοιμάστηκε, Παρασκευάστηκε
  • apprîmes στα ελληνικά - μάθει, έμαθαν, έμαθε, έμαθα, αντλήθηκαν
  • appui-bras στα ελληνικά - υποβραχιόνιο, στήριγμα βραχίονα, υποβραχιονίου, το υποβραχιόνιο, armrest
  • appui-tête στα ελληνικά - προσκέφαλο, προσκέφαλου, στήριγμα κεφαλής, υποστήριγμα κεφαλιού, headrest
Τυχαίες λέξεις
Appui στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατρονάρισμα, επιδοκιμασία, συντήρηση, βοήθημα, ενισχύω, όπλο, ενθάρρυνση, ανάγλυφος, χέρι, οπισθογράφηση, ανακούφιση, αρωγή, πατερίτσα, ξεκουράζομαι, στυλοβάτης, προστασία, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη