Aptitude στα ελληνικά

Μετάφραση: aptitude, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τάση, δώρο, πρόκριση, ικανότητα, ροπή, χωρητικότητα, κατάλληλος, βολικός, πεσκέσι, διεύθυνση, δωρεά, χάρισμα, πρόσφορος, καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης
Aptitude στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • après-midi στα ελληνικά - ή, απόγευμα, το απόγευμα, απογευματινό, μεσημέρι, απογευματινή
  • apte στα ελληνικά - αποτελεσματικός, προικισμένος, επιρρεπής, ικανός, κατάλληλος, αποδοτικός, ταλαντούχος, ...
Τυχαίες λέξεις
Aptitude στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τάση, δώρο, πρόκριση, ικανότητα, ροπή, χωρητικότητα, κατάλληλος, βολικός, πεσκέσι, διεύθυνση, δωρεά, χάρισμα, πρόσφορος, καταλληλότητα, γυμναστήριο, γυμναστικής, fitness, φυσικής κατάστασης