Arctique στα ελληνικά

Μετάφραση: arctique, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βοράς, αρκτικός, βόρειος, βοριάς, αρκτική, Αρκτική, Αρκτικής, της Αρκτικής, Αρκτικό
Arctique στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • archéologue στα ελληνικά - αρχαιολογικός, αρχαιολόγος, αρχαιολόγου, Ο αρχαιολόγος, αρχαιολόγο, τον αρχαιολόγο
  • archétype στα ελληνικά - πρότυπο, πρωτότυπο, αρχέτυπο, αρχέτυπου, αρχέτυπη, αρχέτυπό
  • ardant στα ελληνικά - φλογερός, φλεγόμενος, Αρντάν, Ardant
  • ardemment στα ελληνικά - με ζήλο, φλογερά, διακαώς, ένθερμα, θέρμη
Τυχαίες λέξεις
Arctique στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βοράς, αρκτικός, βόρειος, βοριάς, αρκτική, Αρκτική, Αρκτικής, της Αρκτικής, Αρκτικό