Assécher στα ελληνικά

Μετάφραση: assécher, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Assécher στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asséchant στα ελληνικά - αποστραγγίζω, ξήρανση, ξήρανσης, ξηράνσεως, στέγνωμα, την ξήρανση
  • asséchez στα ελληνικά - οχετός, στραγγίζω, στεγνώνουμε, στεγνώστε, το στεγνώνουμε, το ταμποναριστά, ταμποναριστά
  • asséchons στα ελληνικά - στραγγίζω, οχετός
Τυχαίες λέξεις
Assécher στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε