Assimilable στα ελληνικά
Μετάφραση: assimilable, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφάμιλλος, συγκρίσιμος, αφομοιώσιμος, αφομοιώσιμες, αφομοιώσιμου, αφομοιώσιμη, αφομοιώσιμο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assignés στα ελληνικά - ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό
- assimila στα ελληνικά - αφομοιωθεί, εξομοιώνεται, αφομοιωθούν, εξομοιώνονται με, εξομοιωθούν
- assimilant στα ελληνικά - ταυτίζοντας, εξισώνοντας, εξομοιώνοντάς, εξίσωση, εξισώνει
Τυχαίες λέξεις
Assimilable στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφάμιλλος, συγκρίσιμος, αφομοιώσιμος, αφομοιώσιμες, αφομοιώσιμου, αφομοιώσιμη, αφομοιώσιμο
Μεταφράσεις: εφάμιλλος, συγκρίσιμος, αφομοιώσιμος, αφομοιώσιμες, αφομοιώσιμου, αφομοιώσιμη, αφομοιώσιμο